Ελληνικά » Γερμανικά

σημειώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [simiˈɔnɔ] VERB μεταβ

1. σημειώνω (σημαδεύω):

σημειώνω

2. σημειώνω (λάθη):

σημειώνω

3. σημειώνω (γράφω σε μπλοκ):

σημειώνω
σημειώνω

4. σημειώνω (πραγματοποιώ):

σημειώνω επιτυχία

Παραδειγματικές φράσεις με σημειώνω

σημειώνω πρόοδο
σημειώνω επιτυχία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский