Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ατσάλι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ατσάλι [aˈtsali] SUBST ουδ

ατσάλι
Stahl αρσ
θέληση θηλ από ατσάλι
eiserner Wille αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ατσάλι

θέληση θηλ από ατσάλι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский