in-law στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για in-law στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

sister-in-law <pl sisters-in-law> [αμερικ ˈsɪstər ən ˌlɔ, βρετ ˈsɪstərɪnlɔː] ΟΥΣ

daughter-in-law <pl daughters-in-law> [αμερικ ˈdɔdər ən ˌlɔ, βρετ ˈdɔːtərɪnlɔː] ΟΥΣ

father-in-law <pl fathers-in-law> [αμερικ ˈfɑðər ən ˌlɔ, βρετ ˈfɑːðərɪnlɔː] ΟΥΣ

mother-in-law <pl mothers-in-law> [αμερικ ˈməðər ən ˌlɔ, βρετ ˈmʌðərɪnlɔː] ΟΥΣ

brother-in-law <pl brothers-in-law> [αμερικ ˈbrəðərɪnˌlɔ, βρετ ˈbrʌðərɪnlɔː] ΟΥΣ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για in-law στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

in-law στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για in-law στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για in-law στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

I.político (-a) [po·ˈli·ti·ko, -a] ΕΠΊΘ

II.político (-a) [po·ˈli·ti·ko, -a] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "in-law" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文