Oxford Spanish Dictionary
precursor2 (precursora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- precursor (precursora)
- precursor
- precursor (precursora)
-
στο λεξικό PONS
I. precursor(a) ΕΠΊΘ
- precursor(a)
-
II. precursor(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- precursor(a)
- precursor
- precursor
- precursor(a) αρσ (θηλ)
-
- precursor(a) αρσ (θηλ)
-
- precursor(a) αρσ (θηλ)
-
- precursor αρσ
- harbinger person
- precursor(a) αρσ (θηλ)
I. precursor(a) [pre·kur·ˈsor, -·ˈso·ra] ΕΠΊΘ
- precursor(a)
-
II. precursor(a) [pre·kur·ˈsor, -·ˈso·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- precursor(a)
- precursor
- precursor
- precursor(a) αρσ (θηλ)
-
- precursor(a) αρσ (θηλ)
-
- precursor(a) αρσ (θηλ)
- harbinger person
- precursor(a) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.