- ώρες ώρες
-
- ώρες θηλ πλ αιχμής (της κυκλοφορίας)
-
- εργάσιμες ώρες
-
- επί ώρες
-
- ώρες θηλ πλ γραφείου
-
- ώρες θηλ πλ εργασίας
-
- ώρες θηλ πλ επισκέψεων (σε γραφείο, καθηγητή)
-
- ώρες θηλ πλ επισκέψεων (σε νοσοκομείο)
-
- 24 ώρες το εικοσιτετράωρο
-
- ώρες θηλ πλ (κυκλοφοριακής) αιχμής
-
- νυχτερινές ώρες θηλ πλ εργασίας
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.