- jdn auslachen
- κοροϊδεύω κάποιον
- jdn auslachen
- περιγελώ κάποιον τυπικ
- jdn äffen (betrügen) τυπικ
- ξεγελώ κάποιον
- jdn hereinlassen
- αφήνω κάποιον να μπει
- jdn hinausekeln
- διώχνω κάποιον με τη συμπεριφορά μου
- jdn knapphalten οικ
- δίνω πενταροδεκάρες σε κάποιον
- jdn mattsetzen (Schach)
- κάνω σε κάποιον ματ
- jdn herbeisehnen
- θα ήθελα πολύ να ήταν κάποιος εδώ
- jdn bemuttern
- φροντίζω για κάποιον με μητρική στοργή
- jdn herumfahren
- πηγαίνω κάποιον βόλτα
- jdn überführen
- αποδεικνύω την ενοχή κάποιου
- jdn platzieren
- οδηγώ κάποιον στη θέση του
- jdn langweilen
- κάνω κάποιον να πλήττει
- jdn ummelden
- κάνω δήλωση νέων στοιχείων κάποιου
- jdn kontaktieren
- επικοινωνώ με κάποιον
- jdn kontaktieren
- έρχομαι σε επαφή με κάποιον
- jdn kontaktieren
- απευθύνομαι σε κάποιον
- jdn verärgern
- αγανακτώ κάποιον
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.