Profimusiker(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Profimusiker(in)
-
I. berufsmäßig ΕΠΊΘ
II. berufsmäßig ΕΠΊΡΡ
Berufsrisiko ΟΥΣ ουδ
Jazzmusiker(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Jazzmusiker(in)
-
- Jazzmusiker(in)
-
Rockmusiker(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Rockmusiker(in)
-
- Rockmusiker(in)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.