στο λεξικό PONS
Um·rech·nungs·fak·tor ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΜΑΘ
- Umrechnungsfaktor
-
-
- Umrechnungsfaktor αρσ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Umrechnungsfaktor ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Umrechnungsfaktor (Konversionsfaktor, Preisfaktor)
-
-
- Umrechnungsfaktor αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.