στο λεξικό PONS
Ren·ten·pa·pie·re ΟΥΣ πλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
- Rentenpapiere
-
- Rentenpapiere
- bonds πλ
- bonds pl
- Rentenpapiere pl
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Rentenpapiere ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Rentenpapiere (festverzinsliche Wertpapiere)
- bonds πλ
-
- Rentenpapiere ουδ πλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.