-
- Ophthalmologe(Ophthalmologin) αρσ (θηλ) <-n, -n> ειδικ ορολ
-
- Ophthalmologe(Ophthalmologin) αρσ (θηλ) <-n, -n>
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- Opfermut
- opfern
- Opferstätte
- Opferstock
- Opfertier
- Ophthalmologe
- Opiat
- Opinionleader
- Opium
- Opiumhöhle
- Opiumraucher