Kie·fer·chi·rur·gin <-, -nen> ΟΥΣ θηλ
Kieferchirurgin θηλυκός τύπος: Kieferchirurg
Kie·fer·chi·rurg(in) <-en, -en> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Kieferchirurg(in)
-
Kie·fer·chi·rurg(in) <-en, -en> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Kieferchirurg(in)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.