στο λεξικό PONS
Bi·lanz·prü·fer(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
-  Bilanzprüfer(in)
-  
Grenz·pos·ten <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Bi·lanz·pla·nung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Bi·lanz·prü·fung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Pos·ten·scha·che·rei <-, -en> [ˈpɔstn̩ʃaxərai] ΟΥΣ θηλ ΠΟΛΙΤ
-  Postenschacherei μειωτ
-  
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Bilanzposten ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Bilanzposition ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Bilanzpolitik ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Bilanzpraxis ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Bilanzprüfung ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
