Πληκτρολογήστε το κείμενό σας για μετάφραση ή κάντε κλικ σε μια λέξη για να την αναζητήσετε στο λεξικό.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- bevorzugen
- bevorzugt
- Bevorzugung
- bewachen
- Bewacher
- Bewaffnete Bewaffneter
- Bewaffnung
- bewahren
- bewähren
- bewahrheiten
- bewährt