στο λεξικό PONS
 
 Bais·sier <-s, -s> [bɛˈsi̯e:] ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
-  Baissier
 -  
 
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-  
 -  Baissier αρσ
 
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.