στο λεξικό PONS
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
- accumulated depreciation of investment
- Abschreibungsrücklage θηλ
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Abschreibungsrücklage ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Abschreibungsrücklage
-
- Abschreibungsrücklage
-
- Abschreibungsrücklage
-
- Abschreibungsrücklage
-
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
-
- Abschreibungsrücklage θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.