I. prêteur (-euse) [pʀɛtœʀ, -øz] ΕΠΊΘ
II. prêteur (-euse) [pʀɛtœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
III. prêteur (-euse) [pʀɛtœʀ, -øz]
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.