I. concurrent(e) [kɔ͂kyʀɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ
- concurrent(e)
-
II. concurrent(e) [kɔ͂kyʀɑ͂, ɑ͂t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- concurrent(e)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.