Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
vérifica|teur (vérificatrice) [veʀifikatœʀ, tʀis] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- vérificateur (vérificatrice)
-
στο λεξικό PONS
vérificateur (-trice) [veʀifikatœʀ, -tʀis] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- vérificateur (-trice)
-
vérificateur [veʀifikatœʀ] ΟΥΣ αρσ Η/Υ
- vérificateur orthographique
-
vérificateur [veʀifikatœʀ] ΟΥΣ αρσ inform
- vérificateur orthographique
-
vérificateur (-trice) [veʀifikatœʀ, -tʀis] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- vérificateur (-trice)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- vérificateur orthographique
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- verger
- vergeté
- vergeture
- verglaçant
- verglacé
- vérificateur
- vérification
- vérifier
- vérin
- véritable
- véritablement