Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. provinc|ial (provinciale) <αρσ πλ provinciaux> [pʀɔvɛ̃sjal, o] ΕΠΊΘ
- provincial (provinciale)
-
II. provinc|ial (provinciale) <αρσ πλ provinciaux> [pʀɔvɛ̃sjal, o] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- provincial (provinciale)
-
III. provinc|ial ΟΥΣ αρσ
provinc|ial αρσ ΘΡΗΣΚ:
στο λεξικό PONS
I. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ̃sjal, jo] ΕΠΊΘ
1. provincial (↔ parisien):
2. provincial καναδ γαλλ (↔ fédéral):
II. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ̃sjal, jo] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
I. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ͂sjal, -jo] ΕΠΊΘ
1. provincial (↔ parisien):
2. provincial καναδ γαλλ (↔ fédéral):
II. provincial(e) <-aux> [pʀɔvɛ͂sjal, -jo] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.