I. homophobe [ɔmɔfɔb] ΕΠΊΘ
- homophobe
-
II. homophobe [ɔmɔfɔb] ΟΥΣ αρσ θηλ
- homophobe
- homophobe
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.