Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette


homéopathique [ɔmeɔpatik] ΕΠΊΘ
homéopathique traitement, préparation, pharmacie:
- homéopathique
-
- pharmacie allopathique/homéopathique
-
- pharmacie allopathique/homéopathique
-
- médecine homéopathique
-


- homeopathic medicine, clinic
- homéopathique
στο λεξικό PONS
homéopathique [ɔmeɔpatik] ΕΠΊΘ
- homéopathique
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.