 
  
 allopathique [al(l)ɔpatik] ΕΠΊΘ
allopathique méthode, traitement:
-  allopathique
-  
-  pharmacie allopathique/homéopathique
-  
-  pharmacie allopathique/homéopathique
-  
 
  
 -  
-  allopathique
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
