Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
chroniqu|eur (chroniqueuse) [kʀɔnikœʀ, øz] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. chroniqueur:
2. chroniqueur:
- chroniqueur (chroniqueuse) ΙΣΤΟΡΊΑ, ΛΟΓΟΤ
-
στο λεξικό PONS
chroniqueur (-euse) [kʀɔnikœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
1. chroniqueur ΛΟΓΟΤ:
- chroniqueur (-euse)
-
-
- chroniqueur(-euse) αρσ (θηλ)
-
- chroniqueur(-euse) αρσ (θηλ)
chroniqueur (-euse) [kʀɔnikœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
1. chroniqueur ΛΟΓΟΤ:
- chroniqueur (-euse)
-
-
- chroniqueur(-euse) αρσ (θηλ)
-
- chroniqueur(-euse) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.