Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
 cervic|al (cervicale) <αρσ πλ cervicaux> [sɛʀvikal, o] ΕΠΊΘ
-  cervical (cervicale)
 -  cervical
 
 
 -  cervical
 -  cervical
 
-  
 -  traumatisme αρσ cervical
 
στο λεξικό PONS
 
 cervical(e) <-aux> [sɛʀvikal, o] ΕΠΊΘ ΑΝΑΤ
 
 -  cervical
 -  cervical(e)
 
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.