I. up·right [ˈʌpraɪt] ΕΠΊΘ
II. up·right [ˈʌpraɪt] ΕΠΊΡΡ
III. up·right [ˈʌpraɪt] ΟΥΣ
1. upright (perpendicular):
- upright
- navpičnost θηλ
2. upright ΠΟΔΌΣΦ:
- upright
- vratnica θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.