στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. quarterly [βρετ ˈkwɔːtəli, αμερικ ˈkwɔrdərli] ΟΥΣ (in publishing)
- quarterly
-
- quarterly
- trimestrale αρσ
II. quarterly [βρετ ˈkwɔːtəli, αμερικ ˈkwɔrdərli] ΕΠΊΘ
- quarterly
-
III. quarterly [βρετ ˈkwɔːtəli, αμερικ ˈkwɔrdərli] ΕΠΊΡΡ
- quarterly
-
-
- quarterly
- trimestrale quota, riunione
- quarterly
- trimestrale rivista, pubblicazione
- quarterly
-
- quarterly instalment βρετ
-
- quarterly installment αμερικ
-
- quarterly
στο λεξικό PONS
I. quarterly [ˈkwɔ:r·t̬ɚ·li] ΕΠΊΡΡ
- quarterly
-
II. quarterly [ˈkwɔ:r·t̬ɚ·li] ΕΠΊΘ
- quarterly
-
III. quarterly [ˈkwɔ:r·t̬ɚ·li] ΟΥΣ
- quarterly
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.