στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
pragmatic [βρετ praɡˈmatɪk, αμερικ præɡˈmædɪk] ΕΠΊΘ
1. pragmatic (matter-of-fact):
- pragmatic
-
- pragmatic
-
2. pragmatic (dogmatic):
- pragmatic
-
- pragmatic
-
3. pragmatic (pertaining to the State):
4. pragmatic ΦΙΛΟΣ:
- pragmatic
-
5. pragmatic ΓΛΩΣΣ:
- pragmatic
-
- terrifyingly addictive, dangerous, large, pragmatic
-
στο λεξικό PONS
pragmatic [præg·ˈmæ·t̬ɪk] ΕΠΊΘ
- pragmatic
- pragmatico, -a
- pragmatico (-a)
- pragmatic
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.