dully [βρετ ˈdʌlli, αμερικ ˈdəlli] ΕΠΊΡΡ
1. dully say, repeat:
- dully
-
2. dully gleam:
- dully
-
3. dully move, trail:
- dully
-
- dully
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.