στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
commensurable [βρετ kəˈmɛnʃ(ə)rəb(ə)l, αμερικ kəˈmɛns(ə)rəb(ə)l, kəˈmɛnʃ(ə)rəb(ə)l] ΕΠΊΘ
- commensurable
- commensurabile also ΜΑΘ
-
- commensurable
-
- commensurable
στο λεξικό PONS
commensurable [kə·ˈmen·sɚ·ə·bl] ΕΠΊΘ
- commensurable
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.