στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. auxiliary [βρετ ɔːɡˈzɪlɪəri, ɒɡˈzɪlɪəri, αμερικ ɔɡˈzɪljəri, ɔɡˈzɪl(ə)ri] ΟΥΣ
II. auxiliary [βρετ ɔːɡˈzɪlɪəri, ɒɡˈzɪlɪəri, αμερικ ɔɡˈzɪljəri, ɔɡˈzɪl(ə)ri] ΕΠΊΘ
auxiliary equipment, engine, staff, forces:
στο λεξικό PONS
verb [vɜ:rb] ΟΥΣ
I. auxiliary <-ies> [ɔ:g·ˈzɪl·jə·ri] ΟΥΣ
1. auxiliary (aid in hospital):
3. auxiliary ΙΣΤΟΡΊΑ (soldier):
-
- ausiliario αρσ
II. auxiliary <-ies> [ɔ:g·ˈzɪl·jə·ri] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- autotimer
- autotransplant
- autotrophic
- autotrophism
- autovaccine
- auxiliary verb
- auxin
- auxochrome
- AV
- av.
- Ava