Oxford Spanish Dictionary
officialdom [αμερικ əˈfɪʃəldəm, oʊˈfɪʃəldəm, βρετ əˈfɪʃ(ə)ldəm] ΟΥΣ U
- officialdom μειωτ
-
στο λεξικό PONS
officialdom [əˈfɪʃldəm] ΟΥΣ χωρίς πλ μειωτ
- officialdom
- burocracia θηλ
officialdom [ə·ˈfɪʃ·əl·dəm] ΟΥΣ μειωτ
- officialdom
- burocracia θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.