Oxford Spanish Dictionary
monastery <pl monasteries> [αμερικ ˈmɑnəˌstɛri, βρετ ˈmɒnəst(ə)ri] ΟΥΣ
-
- monasterio αρσ
στο λεξικό PONS
monastery <-ies> [ˈmɒnəstri, αμερικ ˈmɑ:nəster-] ΟΥΣ
-
- monasterio αρσ
monastery <-ies> [ˈman·ə·ster·i] ΟΥΣ
-
- monasterio αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.