Oxford Spanish Dictionary
exploratory [αμερικ ɪkˈsplɔrəˌtɔri, βρετ ɪkˈsplɒrət(ə)ri, ɛkˈsplɒrət(ə)ri] ΕΠΊΘ
- exploratory voyage
-
- exploratory talks/discussion
-
- exploratory talks/discussion
-
- exploratory operation/surgery
-
- exploratory drilling
-
-
- exploratory
στο λεξικό PONS
exploratory [ɪkˈsplɒrətəri, αμερικ -ˈsplɔ:rətɔ:ri] ΕΠΊΘ
exploratory [ɪk·ˈsplɔr·ə·tɔr·i] ΕΠΊΘ
- exploratory voyage
-
- exploratory meeting
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- explicit
- explicitly
- explicitness
- explode
- exploit
- exploratory
- explore
- explorer
- explosion
- explosive
- expo