Oxford Spanish Dictionary
environmentally [αμερικ ɪnˌvaɪrənˈmɛn(t)əli, βρετ ɛnvʌɪrənˈmɛnt(ə)li] ΕΠΊΡΡ
1. environmentally:
στο λεξικό PONS
environmentally-friendly [ɪnˌvaɪərənˈmentəliˈfrendli, αμερικ enˌvaɪrənˈment̬əl-] ΕΠΊΘ
environmentally-friendly [en·ˌvaɪ·ərn·ˈmen·tə·li·ˈfrend·li] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- enviously
- enviro
- environment
- environmental
- environmental audit
- environmentally-friendly
- Environmental Protection Agency
- environs
- envisage
- envision
- envoy