Oxford Spanish Dictionary
I. collectible, collectable [αμερικ kəˈlɛktəb(ə)l, βρετ kəˈlɛktəb(ə)l] ΕΠΊΘ
II. collectible, collectable [αμερικ kəˈlɛktəb(ə)l, βρετ kəˈlɛktəb(ə)l] ΟΥΣ
1. collectible (publication):
2. collectible (antique):
-
- collectable
στο λεξικό PONS
I. collectable [kəˈlektəbl] ΕΠΊΘ
- collectable
-
II. collectable [kəˈlektəbl] ΟΥΣ
- collectable
- coleccionable αρσ
I. collectable [kə·ˈlek·tə·bəl] ΕΠΊΘ
- collectable
-
II. collectable [kə·ˈlek·tə·bəl] ΟΥΣ
- collectable
- coleccionable αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.