Oxford Spanish Dictionary
chairperson <pl chairpersons> [αμερικ ˈtʃɛrˌpərs(ə)n, βρετ ˈtʃɛːpəːs(ə)n] ΟΥΣ
- chairperson
-
-
- chairperson
στο λεξικό PONS
chairperson [ˈtʃeəˌpɜ:sən, αμερικ ˈtʃerˌpɜ:r-] ΟΥΣ
- chairperson
-
chairperson [ˈtʃer·ˌpɜr·sən] ΟΥΣ
- chairperson
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.