Oxford Spanish Dictionary
besought [αμερικ bɪˈsɔt, βρετ bɪˈsɔːt] παρελθ & παρελθ part beseech
beseech <παρελθ & μετ παρακειμ beseeched or besought> [αμερικ bəˈsitʃ, βρετ bɪˈsiːtʃ] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό
beseech <παρελθ & μετ παρακειμ beseeched or besought> [αμερικ bəˈsitʃ, βρετ bɪˈsiːtʃ] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.