Oxford Spanish Dictionary
artistic [αμερικ ɑrˈtɪstɪk, βρετ ɑːˈtɪstɪk] ΕΠΊΘ
artistic design/decoration/merit:
director [αμερικ dɪˈrɛktər, daɪˈrɛktər, βρετ dɪˈrɛktə, dʌɪˈrɛktə] ΟΥΣ
1.1. director (of company):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.