I. hap·haz·ard [ˌhæpˈhæzəd, αμερικ -ɚd] ΕΠΊΘ
1. haphazard μειωτ (disorganized):
- haphazard
-
- haphazard
-
2. haphazard (arbitrary):
- haphazard
-
- haphazard
-
II. hap·haz·ard [ˌhæpˈhæzəd, αμερικ -ɚd] ΕΠΊΡΡ
- haphazard
-
- haphazard
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.