Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
respiratory tract ΟΥΣ
- voies respiratoires ΑΝΑΤ
-
tract [βρετ trakt, αμερικ trækt] ΟΥΣ
2. tract ΑΝΑΤ:
4. tract αμερικ (housing development):
-
- lotissement αρσ
respiratory [βρετ rɪˈspɪrət(ə)ri, ˈrɛsp(ə)rət(ə)ri, rɪˈspʌɪrət(ə)ri, αμερικ ˈrɛspərəˌtɔri, rəˈspaɪrəˌtɔri] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
respiratory [rɪˈspaɪərətrɪ, αμερικ ˈrespɚətɔ:rɪ] ΕΠΊΘ
respiratory [ˈres·pər·ə·tɔr·i] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- respectfully
- respectfulness
- respecting
- respective
- respectively
- respiratory tract
- respire
- respite
- resplendent
- respond
- respondent