Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
renal [βρετ ˈriːn(ə)l, αμερικ ˈrinl] ΕΠΊΘ
renal failure, function:
- renal
-
renal dialysis ΟΥΣ
- renal dialysis
- hémodialyse θηλ
renal specialist ΟΥΣ
- renal specialist
- néphrologue αρσ θηλ
renal unit ΟΥΣ
- renal unit
-
στο λεξικό PONS
renal [ˈri:nl] ΕΠΊΘ
- renal specialist
-
-
- renal colic
-
- renal insufficiency
renal [ˈri·n ə l] ΕΠΊΘ
- renal specialist
-
-
- renal colic
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- renal specialist