Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
linguistic atlas ΟΥΣ
linguistic [βρετ lɪŋˈɡwɪstɪk, αμερικ lɪŋˈɡwɪstɪk] ΕΠΊΘ (gen)
- linguistic ΓΛΩΣΣ
-
στο λεξικό PONS
linguistic ΕΠΊΘ
linguistic ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- ling
- linger
- lingerie
- lingering
- linger on
- linguistic atlas
- linguistics
- liniment
- lining
- lining paper
- link