Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
- exécrable crime
- heinous τυπικ
στο λεξικό PONS
heinous [ˈheɪnəs] ΕΠΊΘ τυπικ
- heinous
-
- abominable action
- heinous
- infâme acte, conduite, trahison
- heinous
heinous [ˈheɪ·nəs] ΕΠΊΘ τυπικ
- heinous
-
- abominable action
- heinous
- infâme acte, conduite, trahison
- heinous
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.