Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
collective noun ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
-
- collectif αρσ
noun [βρετ naʊn, αμερικ naʊn] ΟΥΣ
-
- substantif αρσ
I. collective [βρετ kəˈlɛktɪv, αμερικ kəˈlɛktɪv] ΟΥΣ
II. collective [βρετ kəˈlɛktɪv, αμερικ kəˈlɛktɪv] ΕΠΊΘ (all contexts)
στο λεξικό PONS
collective noun ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
-
- collectif αρσ
I. collective [kəˈlektɪv] ΕΠΊΘ
II. collective [kəˈlektɪv] ΟΥΣ
collective noun ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
-
- collectif αρσ
I. collective [kə·ˈlek·tɪv] ΕΠΊΘ
II. collective [kə·ˈlek·tɪv] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.