Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. tout-puissant (toute-puissante) <πλ tout-puissants, toutes-puissantes> [tupɥisɑ̃, tutpɥisɑ̃t] ΕΠΊΘ
omnipotent (omnipotente) [ɔmnipɔtɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ
- omnipotent (omnipotente)
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.