I. Corinthian [βρετ kəˈrɪnθɪən, αμερικ kəˈrɪnθiən] ΟΥΣ
II. Corinthians ΟΥΣ
Corinthians ουσ πλ ΒΊΒΛΟς:
- Corinthians
-
III. Corinthian [βρετ kəˈrɪnθɪən, αμερικ kəˈrɪnθiən] ΕΠΊΘ (gen)
- Corinthian ΑΡΧΙΤ
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.