• Πρόταση για διαγραφή

oreille ΟΥΣ

qn avoir une oreille qui traîne (chercher à entendre discrètement qch. qui ne vous est pas destiné. ) θηλ μτφ ιδιωτ
lange Ohren machen θηλ πλ μτφ οικ

Παρακαλώ συνδεθείτε (Σύνδεση) ή εγγραφείτε πρώτα (εγγραφή), αν θέλετε να επεξεργαστείτε αυτό το λήμμα.


Σελίδα στα Deutsch | български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文

Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:

Κλείσιμο x

Εδώ μπορείτε να προτείνετε τη διαγραφή αυτής της καταχώρισης από το OpenDict για τους εξής λόγους:

Κλείσιμο x

opendict-1-1
Identified ad region: DEFAULT