Σλοβενικά » Αγγλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: slepič , slepiti , slepilo και slepica

slépič <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ

1. slepič ΑΝΑΤ:

slepíc|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ

slepica → slepec²:

Βλέπε και: slépec , slépec

slép|ec2 (-ka; slepíca) <-ca, -ca, -ci> ΟΥΣ αρσ (θηλ) (slep človek)

slép|ec1 <-ca, -ca, -ci> ΟΥΣ αρσ ΖΩΟΛ

slepíl|o <-a, -i, -a> ΟΥΣ ουδ μτφ

I . slepí|ti <-m; slepil> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

1. slepiti (sijati v oči):

II . slepí|ti ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina