Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „osvéstiti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά

(Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . osvésti|ti <-m; osvestil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

osvestiti στιγμ od osveščati:

II . osvésti|ti ΡΉΜΑ στιγμ αυτοπ ρήμα

osvestiti osvéstiti se (iz nezavesti):

osvéstiti se

Βλέπε και: osvéščati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Te poskušajo osvestiti mladino, da bi se bolj zavedala težav in skrbela za ohranitev parka.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina