Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „opajati“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

I . opája|ti <-m; opajal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

II . opája|ti ΡΉΜΑ εξακολ αυτοπ ρήμα

opajati opájati se:

Παραδειγματικές φράσεις με opajati

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Revni ljudje, ki si niso mogli privoščiti posušenih rdečih mušnic, so pogosto čakali pred hišami bogatašev in prestregli njihov urin z lesenimi posodami, s katerim so se potem sami opajali.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Σλοβένικα

Αναζητήστε "opajati" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina